To live a life half dead, a living death, IOO And buried; but O, yet more miserable ! Life in captivity Among inhuman foes. IIO But who are these? for with joint pace I hear CHORUS. This, this is he; softly a while, Let us not break in upon him. O change beyond report, thoughts or belief! ΙΙΟ κάτι κάκιον, θήκην παρέχων αυτός έμαυτώ σωματοειδή, βίον εκτρίβων αβίωτον των δε θανόντων, οιά τε νεκρός, γέρας ούκ έλαβον, των πικροτάτης λύμης άτης τε λυθέντων: όν γ' έτι μάλλον των πριν κατέχει πάντα τα θνητούς αλγεινότατα, στερραί τε πέδαι, παρά τ' εχθρούς θυμόν αθέλκτους. ά, α, έα, έα, τίνων τούτο κoίνω πελάζει βαδισμό το πλήθος, ως κλύοντά η έστ’ επεικάσαι; αρ' εχθρών στόλος ακμήτων, σκοπoυμένων με, και γέλωτος oύνεκα, το σφιν ξύνηθες, τώνδ' επ' αυξήσει κακών; ΧΟΡΟΣ. 120 όδ' έσθ' ανήρ ίχνος δε λεπτών τιθώμεν, ήκα προσμoλόντες: φεύ τας παρ' ελπίδα φθοράς απείρου See how he lies at random, carelessly diffused, Or do my eyes misrepresent? Can this be he? That heroic, that renowned, Irresistible Samson, whom unarmed No strength of man, or fiercest wild beast could withstand; And, weaponless himself, 130 Made arms ridiculous, useless the forgery Chalybean tempered steel, and frock of mail Adamantean proof; But safest he who stood aloof, When insupportably his foot advanced, δράτε δ' εική χύδην κείμενον, κάρα τε νεύον αμένη- αεικεί δουλία εμούς γούν όμμασιν πέφανται: όδ' ουν ο Σάμψων, και δη παγκρατής, 130 αντίτιμος ηρώων, ός θ' υπερέσχ’ άοπλος ανδρών των υπεράλλων θηρών τ' άγριοθύμων, ος λέοντ’ έκαν', ως λέων αβρόν έκτανε μόσχον στρατών γυμνός σιδηροχαρμών άμαχος επέσσυτο στίχοισι, έθετο παρ' ουδέν όπλα χαλκότευκτα, θώρακα, ραιστήρος έργον, σάκη, 140 αδαμαντίνοις θ' άμμασι χιτώνας συμπαγείς. απελθών δ' άσφαλής, τουδ' ιλαδόν έχθρα δυσπαλαίστου C In scorn of their proud arms and warlike tools, 140 |