Regardless of his glory's diminution ; Till, by their own perplexities involved, They rável more, still less resolved, As if they would confine the Interminable, And tie him to his own prescript, Who made our laws to bind us, not himself , And hath full right to exempt 310 Whom so it pleases him by choice From national obstriction, without taint Of sin or legal debt; For with his own laws he can best dispense. He would not else, who never wanted means, Nor in respect of the enemy just cause Have prompted this heroic Nazarite, 320 Unclean, unchaste, 310 Θεού αμνήμονες" εν δε το τελευτών αμηχανίας περι -πλοκαίς απόροισιν αυ-τοι δεινόν έμπεπλεγμένοι, είσαεί αυταρκείας απέτυχον αργός κατέχει νιν ασάφεια, σχολή τον απείρον’ αυτόν αυτός οίς εψήφισεν είρξοντας, ος ου καθ' αυτού θέσμ' έθηκε τοϊς βροτοίς: παρόν τον αεί δοκoύνθ' οι, ως άγος λύoντί τω, ελευθερούν ποθ', οίς πέφυκε, δεσμών. πως, ός γ' εκύρωσ', αυτός ου κάριστ’ αναιρεϊν άν δύναιτο ταυτά; πρόχειρον όν τώ Θεώ θέλοντι, πρός τ' εχθρών δίκαιον, την πόλιν σώζειν, όμως τον γεννάδαν υποσχόμενόν περ βίον αγνότατον διαζής, ανοσίων δόλω γάμων ώτρυν' αγάμων μιγήναι. προς ταύτα ματαιόκομπα 320 Down reason then, at least vain reasonings down, With mention of that name, renews the assault. MANOAH. Brethren and men of Dan—for such ye seem, Though in this uncouth place—if old respect, As I suppose, toward your once-gloried friend, My son, now captive, hither hath informed 330 χαιρέτω σοφίσματα, μή νυν ά λογισμός ορθώς τωνδ' υπερ καθίσταται το γούν επιεικές, εξά -γιστος ήδ' εν τω γαμεϊν ουχ, ύστερον δ', ων ου μετείχεν ανήρ. αλλ', είσορώ γάρ τον γεραι-ον, δεύρο προστείχοντα, σεμνότιμον, λευκότριχ ήδη, σε τον φύσαντα, Μάνων, ασφάλειας ευ ποδών τηρούντα, νύν τούτον φρόνει πως δεί σε δέχεσθαι. ΣΑΜΨΩΝ. φεύ τήσδε φωνής: ως διανταζαν τάλας πληγήν πέπληγμαι, δευτέραν ούτασμένος. 340 ΜΑΝΩΣ. φίλοι Δάνητες, ολα γούν δοκείν εμοί, Your younger feet, while mine cast back with age CHORUS. MANOAH. 340 O miserable change! Is this the man ? |